Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

Και μια γρια, καλή γριά, του αγοράζει δυο κιλά...

Ήτανε πριν πολλά χρόνια, όταν μαζί με 2 συμφοιτήτριές μου είχαμε πάει να τον ακούσουμε στο Πλατώ, στη Θεσσαλονίκη. Οι απλοί, έξυπνοι και διακριτικώς χιουμοριστικοί στίχοι του, πάντα δεμένοι με εξαιρετική μουσική και τις κατάλληλες ερμηνείες, μού είχαν κεντρίσει το ενδιαφέρον για να δω από κοντά τον υπαίτιο των αγαπημένων μου τραγουδιών, του Παπάζογλου κυρίως - κι ας είναι συνήθως οι στιχουργοί οι αφανείς ήρωες των αγαπημένων τραγουδιών.
Πιθανόν επειδή αγαπούσε τα τραγούδια του πολύ, του άρεσε να τα ερμηνεύει και ο ίδιος. Εκείνη λοιπόν τη βραδιά, μετά το τέλος της εμφάνισής του, τού ζήτησα να μας αφιερώσει τους αγαπημένους του στίχους. Ο Μανώλης Ρασούλης, γλυκός όπως πάντα, με δύο μάτια που πετούσαν σπίθες, για μένα λίγο και από Άγιος Βασίλης με την άσπρη γενειάδα, που τα δώρα του είναι στιχάκια που θα σιγοτραγουδιούνται για πάντα, αφού σκέφτηκε λιγάκι, και αφού στάθμισε πιθανόν και την περίσταση, μας είπε τους πιο όμορφους και ερωτικούς στίχους: "Ένα κι ένα κάνουν δύο / λένε στο μηχανουργείο / μα εγώ, εγώ με σένα / Θεέ μου γίνομαι κανένα".
Αν και από τη μια "ραγίζει (απόψε) η καρδιά" με το νέο τόπο αυτοεξορίας του μεγάλου στιχουργού μας, από την άλλη δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου την απίθανη οικειότητα για το θάνατο της εικόνας που φέρουν οι στίχοι "Σε λαϊκή καθότανε, ο Χάρος και πουλιότανε" (από το "Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια" σε μουσική Μ. Ξυδάκη). Ο άνθρωπος αυτός σίγουρα δεν ήταν εκ του κόσμου τούτου, αλλά θα ζει στον κόσμο τούτο μέσα από τους στίχους του. Καλό ταξίδι, Μανώλη Ρασούλη!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.